12 Μαρτίου 2022
Η δολοφονία του 19χρονου Άλκη Καμπανού στη Χαριλάου τη νύχτα της 1ης Φεβρουαρίου έφερε επιτακτικά στο προσκήνιο το φαινόμενο της οπαδικής βίας. Ένα φαινόμενο που τα τελευταία χρόνια έχει λάβει άνευ προηγουμένου διαστάσεις στη χώρα μας: σύμφωνα με τα στοιχεία της ΕΛ.ΑΣ, τον περασμένο χρόνο καταγράφηκαν 118 περιστατικά οπαδικής βίας. Μάλιστα, ενώ κατά το παρελθόν ανάλογες μορφές βίας εκδηλώνονταν στον κλειστό χώρο των γηπέδων και γύρω από αυτά και συνδέονταν με το καθαυτό πλαίσιο των αθλητικών αναμετρήσεων, πλέον μεταφέρονται στους δρόμους των μεγάλων πόλεων και τις γειτονιές. Ιδιαίτερα ανησυχητικό δε είναι το γεγονός ότι καταγράφεται έξαρση των περιστατικών χουλιγκανισμού και σε πολύ νεαρές ηλικίες.
Πώς όμως μπορούν να καταπολεμηθούν τα φαινόμενα βίας στα γήπεδα; Πώς μπορεί να μείνει ζωντανό το αθλητικό πνεύμα;
Λόγω της πολυπλοκότητας του φαινομένου της οπαδικής βίας που χαρακτηρίζεται από σοβαρές νομικές, πολιτικές και κοινωνικές παραμέτρους, είναι ιδιαίτερα δύσκολη η αντιμετώπισή του κι αυτή είναι μία διαπίστωση που ξεπερνά τα σύνορα της χώρας μας. Φυσικά τέτοιου είδους περιστατικά δε σημειώνονται μόνο στην Ελλάδα, αλλά σε όλες τις ευρωπαϊκές χώρες.Παρά τις προσπάθειες των κρατικών μηχανισμών σε διάφορες χώρες για την αντιμετώπισή του, το πρόβλημα συνεχώς οξύνεται και δεν είναι λίγες οι περιπτώσεις που τα κράτη αναγκάστηκαν να προχωρήσουν σε αλλαγή στρατηγικής και σε αναπροσαρμογές της σχετικής νομοθεσίας τους.
Από την πρώτη στιγμή που έγινε γνωστή η δολοφονική επίθεση σε βάρος του άτυχου Άλκη, ηαντίδραση της κυβέρνησης ήταν άμεση με τον ίδιο τον πρωθυπουργό Κυριάκο Μητσοτάκη να διαμηνύει ότι θα ληφθούν όλα τα απαραίτητα μέτρα, για να αντιμετωπιστεί το φαινόμενο.
Η δέσμη μέτρων που ανακοινώθηκε τις μέρες αυτές από τους αρμόδιους υπουργούςπεριλαμβάνει πολλές καίριες ρυθμίσεις που κινούνται σε διάφορα επίπεδα. Θα σταθώ μεταξύ άλλων: στην αυστηροποίηση του νομικού πλαισίου για την αντιμετώπιση της βίας στον αθλητισμό, την αύξηση της ποινής για εγκλήματα οπαδικής βίαςαπό έξι μήνες έως 5 έτη και την απαγόρευση της αναστολής έκτισης ποινής, την εντατικοποίηση των ελέγχων από την Ελληνική Αστυνομία για την τήρηση των μέτρων, καθώς και την ενίσχυση του ρόλου των ΠΑΕ, των ΚΑΕ και των ερασιτεχνικών σωματείων σε σχέση με τη λειτουργία των λεσχών.
Όλα τα προαναφερθέντα μέτρα εντάσσονται σε έναν σοβαρόσχεδιασμό στον οποίο προχωρά η κυβέρνηση της Νέας Δημοκρατίας για την ουσιαστική αντιμετώπιση του φαινομένου της βίας. Έναν σχεδιασμό που διακρίνεται από συστηματικότητα και αποφασιστικότητα και που προτάσσει το ζήτημα της κοινωνικής συναίνεσης. Μέσα από τη συστηματική και συνεπή εφαρμογή των μέτρων θα έχουν γίνει πολλά βήματα προς τη σωστή κατεύθυνση.
Επιπλέον με τη μάστιγα της οπαδικής βίας αδυσώπητη μπροστά μας, οφείλουμε ως πολιτεία να κινηθούμε όχι μόνο στο επίπεδο της καταστολής αλλά και της πρόληψης. Οι ειδικοί προτείνουν καλλιέργεια μιας άλλης κουλτούρας μέσω της παιδείας.Στο επίπεδο αυτό ένα σημαντικό εργαλείο μπορεί να αποτελέσει η αθλητική παιδεία στην πρωτοβάθμια και τη δευτεροβάθμια εκπαίδευση με στόχο τη διαπαιδαγώγηση των παιδιών σύμφωνα με τις αρχές του αθλητικού πνεύματος.
Μαγικές λύσεις για την εξάλειψη της οπαδικής βίας δεν υπάρχουν κι όποιος υποστηρίζει το αντίθετο τότε εκκινεί από τη βάση της αφέλειας ή του ψεύδους. Οι λύσεις στο πολυσυζητημένο αυτό θέμα δεν είναι εύκολες, ούτε μπορούν να αποδώσουν σε σύντομο χρόνο. Είναι όμως επιβεβλημένες αν θέλουμε να σώσουμε το ποδόσφαιρο, να δώσουμε το σωστό μήνυμα στις νέες γενιέςκαι να ξαναδούμε τον κόσμο να γεμίζει τα γήπεδα.
Το πλαίσιο που διαγράφεται από τα μέτρα που ανακοίνωσε η κυβέρνηση είναι ένα πλαίσιοσύγχρονο, ρεαλιστικό, εφαρμόσιμο και κοινωνικά αποδεκτό. Κι αυτό το τελευταίο είναι ίσως το πιο σημαντικό διότι τα μέτρα αλλά και η τήρησή τους θα παραμείνουν κενό γράμμα αν δεν γίνουν υπόθεση όλων μας: των πολιτικών κομμάτων, των ομάδων και των διοικήσεών τους αλλά και της ίδιας της ελληνικής κοινωνίας. Της κοινωνίας που βγήκε πληγωμένη κι αυτή τα ξημερώματα της 1ης Φεβρουαρίου στη Θεσσαλονίκη.