19 Μαρτίου 2019
Το σχέδιο νόμου του ποινικού κώδικα που δημοσιοποίησε ο υπουργός Δικαιοσύνης, αποκαλύπτει για μία ακόμη φορά τις αντιλήψεις που διακατέχουν τα μέλη αυτής της κυβέρνησης και επιβεβαιώνουν την ανησυχία πολλών εξ ημών για την επόμενη μέρα της πατρίδας μας.
Η απόπειρα της κυβέρνησης Τσίπρα να μετατρέψει από κακούργημα σε πλημμέλημα την εγκληματική δράση των βομβιστών και των ακραίων ομάδων που χρησιμοποιούν τις μολότοφ, είναι χαρακτηριστική. Μαζί και η απαράδεκτες δηλώσεις Κυρίτση και Λοΐζου, οι οποίες μπορεί να «μαζεύτηκαν» αλλά αυτό έγινε για προφανείς επικοινωνιακούς λόγους, μετά την γενική κατακραυγή. Και δεν είναι μόνο αυτές οι διατάξεις…
Η αντίδραση, επίσης, του κ. Γαβρόγλου απέναντι στον πρύτανη του Πανεπιστημίου Μακεδονίας με την οποία εμμέσως, εκφράζει την πεποίθησή του ότι πρέπει το ΠΑΜΑΚ να διδάσκει την ψευδεπίγραφη «μακεδονική γλώσσα», δείχνει την αντίληψη, ότι ακόμη κι αν «δεν περάσει» αυτό τώρα……
Η άρνηση της κυβέρνησης να δώσει στον οικουμενικό ελληνισμό το στοιχειώδες δικαίωμα της ψήφου, αλλά και η αποδόμηση του συστήματος ελληνικής εκπαίδευσης στο εξωτερικό, είναι θέματα λογικά ανεξήγητα αλλά πολιτικά απολύτως σαφή, μιας και αποτελούν μέρος του πολιτικού DNA του ΣΥΡΙΖΑ.
Σε περίπου δύο μήνες οι Έλληνες πολίτες θα κληθούμε να ψηφίσουμε στις Αυτοδιοικητικές και Περιφερειακές εκλογές, Ευρωεκλογές και, όπου να ‘ναι, και Εθνικές εκλογές. Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι η κάλπη πρέπει να στείλει ένα σαφές μήνυμα στον κ. Τσίπρα και την παρέα του: «Τελειώσατε, ήρθε η ώρα να φύγετε» (γκόου μπακ, όπως έλεγε ο ίδιος όταν ήταν στην αντιπολίτευση, απευθυνόμενος στην Μέρκελ την οποία ως πρωθυπουργός αγάπησε σφόδρα).
Όμως θα επιμένω να υποστηρίζω ότι αυτές οι εκλογές θα είναι οι πιο κρίσιμες από ποτέ. Υπερβαίνουν τα πρόσωπα και το κομματικό συμφέρον. Ξεπερνούν εμάς και τις φιλοδοξίες μας. Γιατί απλά καλούμαστε να επιλέξουμε για το μέλλον και την επιβίωση της χώρας μας . Δυστυχώς, στα χρόνια της διακυβέρνησής του από το 2014, ο κ. Τσίπρας λειτούργησε με απόλυτα διχαστικό τρόπο σχεδόν σε κάθε θέμα, με αποκορύφωμα το θέμα της ονομασίας των Σκοπίων που κατέληξε στην κατάπτυστη («εκδικητική» για την πλειοψηφία του ελληνικού λαού που πιστεύει το αντίθετο) συμφωνία των Πρεσπών.
Θα πει κανείς «εντάξει , στις εθνικές εκλογές θα τιμωρήσουμε τον ΣΥΡΙΖΑ, αλλά στις αυτοδιοικητικές και τις ευρωεκλογές γιατί;». Γιατί αν δεν θέλουμε αύριο ο δήμαρχος της περιοχής μας, ο περιφερειάρχης, να σιωπά ή να προσυπογράφει μια νέα συμφωνία τύπου Πρεσπών ή να αντιδρά στην εφαρμογή του προγράμματος της επόμενης κυβέρνησης, που θα είναι της Νέας Δημοκρατίας, τότε πρέπει να προσέξουμε. Για να μην απορούμε αύριο γιατί οι ευρωβουλευτές μας αρνούνται –μόνοι στην Ευρώπη- ένα ψήφισμα κατά του δικτάτορα της Βενεζουέλας Μαδούρο. Γι αυτό πρέπει να προσέξουμε. Για να μην εκπλαγούμε αν αύριο ο βουλευτής που σταυρώσαμε αποδέχεται με ευκολία τις συνεχείς θεσμικές εκτροπές στο κοινοβούλιο, όπως πχ οι αλλαγές στον εκλογικό νόμο μέχρι την τελευταία στιγμή, κατά πως βολεύει την κυβέρνηση,ή την στασιμότητα, όπως η άρνηση της αλλαγής του άρθρου δέκα έξη του συντάγματος. Γι αυτό πρέπει να προσέξουμε.
Έχουμε μπροστά μας, λοιπόν, μια κομβική επιλογή για την πατρίδα μας και στις τρεις εκλογικές αναμετρήσεις.
Θέλουμε εθνομηδενιστές, κολοτούμπες, λαϊκιστές και οπαδούς της αντιδημοκρατικής λειτουργίας; Θέλουμε πρόθυμους οπαδούς των Πολάκηδων, των Ρουβικώνων, των τρομοκρατών, των προληπτικών συλλήψεων; Θέλουμε έναν… Τσιπραδούρο (για να θυμηθούμε το δικό του «Ολαντρέου» του 2011) που θέλει να κάνει την Ελλάδα Βενεζουέλα;
Ή θέλουμε μια κυβέρνηση που υπερασπίζεται σταθερά τα εθνικά δίκαια και τη Δημοκρατία, που λέει αλήθειες, που θέλει πολίτες οικονομικά δυνατούς και ελεύθερους, που ανοίγει δρόμους προς την Ευρώπη και τον κόσμο;
Η απάντηση είναι σαφής για κάθε δημοκρατικό πολίτη: Στις ερχόμενες εκλογές καταδικάζουμε τη χειρότερη και πιο επικίνδυνη κυβέρνηση όλων των εποχών, στηρίζουμε ενωμένοι τους εκπροσώπους της παράταξης που διαχρονικά κρατά τη χώρα όρθια, οδηγώντας την στην πρόοδο, στην ευημερία, στη Δημοκρατία.