27 Ιανουαρίου 2016
ΣΑΒΒΑΣ ΑΝΑΣΤΑΣΙΑΔΗΣ: Σας ευχαριστώ, κύριε Πρόεδρε. Φαντάζομαι ότι όλοι μας συμφωνούμε σε αυτή την αίθουσα, ότι η εκμάθηση, η διατήρηση, η γνώση και η κατοχή της ελληνικής γλώσσας από τους ομογενείς, νομίζω ότι είναι το πρωταρχικότερο στοιχείο, που τους κάνει να διατηρήσουν την εθνική τους συνείδηση, αλλά να έχουν και διασύνδεση με την Μητρόπολη.
Υπ’ αυτή την έννοια λοιπόν και νομίζω ότι δεν διαφωνεί κανείς με αυτό – η γλώσσα φυσικά εντάσσεται στα πλαίσια της γενικότερης παιδείας – η Επιτροπή μας, που έχει μεν συμβουλευτικό χαρακτήρα, αλλά έχει δυναμική για να προωθεί και να λύνει τέτοια θέματα, πρέπει να βρει μια λύση ή μια ολοκληρωμένη και αποδεκτή από όλους πρόταση, ώστε αυτό το διαχρονικό και σύνθετο πρόβλημα να βρει επιτέλους μια λύση, έτσι ώστε τα παιδιά της ομογένειας, οι ομογενείς μας αδελφοί, να έχουν πάντα τη δυνατότητα να απολαμβάνουν το αγαθό της παιδείας, της γνώσης και της διατήρησης της ελληνικής γλώσσας.
Λέω ότι είναι ένα διαχρονικό πρόβλημα, διότι ακόμα και την περίοδο που τα ποσά των δαπανών ήταν πολύ υψηλά, δηλαδή και χθες και προχθές και αντιπροχθές, το πρόβλημα υπήρχε και ήταν σύνθετο, ίσως γιατί δεν γινόταν καλή κατανομή, ίσως γιατί δεν γινόταν καλή διαχείριση.
Βεβαίως, μετά το 2010, λόγω των ειδικών συνθηκών, παρατηρούμε σε όλες τις χώρες που υπάρχουν ομογενείς, μια σύντμηση σχολείων, όπως έγινε και στο εσωτερικό της χώρας. Αυτό δημιουργεί προβλήματα, όπως προηγουμένως, αναφέρατε κύριε Πρόεδρε, παιδιά, που είναι σε μεγάλες αποστάσεις από τα σχολεία να μην έχουν τη δυνατότητα να παρακολουθήσουν μαθήματα και να μάθουν την ελληνική γλώσσα.
Καταρχήν εκτιμώ, ότι πρέπει να αξιολογήσουμε τα προβλήματα, διότι τα προβλήματα είναι διαφορετικά σε κάθε χώρα. Άλλα είναι τα προβλήματα που αντιμετωπίζουν οι ομογενείς μας στην Αμερική, όσον αφορά στην παιδεία, άλλα είναι αυτά που αντιμετωπίζουν στις χώρες της πρώην Σοβιετικής Ένωσης, δηλαδή έχουν άλλα χαρακτηριστικά και άλλη μορφή, άλλα είναι στις χώρες της νότιας Αφρικής. Νομίζω ότι, επειδή αναφερόμαστε πολύ στη Γερμανία και στην Ευρώπη, που βεβαίως έχει το μεγαλύτερο όγκο ομογενών, εκεί ίσως τα προβλήματα είναι λιγότερα, γιατί και η εγγύτητα και η εύκολη επικοινωνία με την Ελλάδα, νομίζω ότι είναι παράγοντες, που λύνουν αυτά τα προβλήματα.
Κύριε Υπουργέ, κύριε Καζάζη και κύριε Παπακωνσταντίνου, σας ακούσαμε με προσοχή και κυρίως κάναμε διαπιστώσεις, διαπιστώσεις που έχουμε κάνει πάρα πολλές φορές. Είπατε ότι το Μάρτιο, περίπου σε δύο – τρεις μήνες, θα έχετε έτοιμο ένα σχέδιο για να το συζητήσουμε. Να δεχθούμε με χαρά αυτό το σχέδιο, να το συζητήσουμε και εγώ θα έλεγα να πάρουμε και μια απόφαση.
Θεωρώ ότι στα θέματα αυτά της παιδείας των ομογενών, όση κρίση και αν έχουμε, πρέπει να είμαστε περισσότερο ανοιχτοί. Ο προϋπολογισμός των 9 εκατομμυρίων νομίζω ότι είναι παρά πολύ λίγος, να πάρουμε μια ομόφωνη απόφαση να αυξηθεί αυτός ο προϋπολογισμός, όσο μπορεί να αυξηθεί κάτω από τις συνθήκες που ζούμε, έτσι ώστε να μπορέσουμε να παρέχουμε με το νομοθετικό πλαίσιο που θα έρθει – γιατί ο καθένας μπορεί να πει αποσπασματικά πάρα πολλά προβλήματα, έχει πάρα πολλά παραδείγματα και αφηγήσεις από ομογενείς μας – να καταλήξουμε σε ένα, κατά το δυνατόν, γιατί είναι αδύνατο να λύσουμε όλα τα προβλήματα, καλύτερο πλαίσιο, για να δώσουμε τη δυνατότητα στα παιδιά των ομογενών να αποκτήσουν αυτή τη γνώση.
Κλείνοντας, θα έλεγα επίσης ότι νομίζω πως, εάν προωθήσουμε και γίνει νόμος του κράτους το σχέδιο νόμου του ΣΑΕ, που επεξεργαστήκαμε οι προηγούμενες επιτροπές – να το φέρουμε να το ξαναδούμε και εδώ – θα λύσει πάρα πολλά προβλήματα, από αυτά που συζητάμε, όσον αφορά και στην παιδεία και στην εκμάθηση της ελληνικής γλώσσας. Νομίζω, ότι αυτά πρέπει να πάνε παράλληλα και να λειτουργήσουν συμπληρωματικά, έτσι ώστε να μηδενίσουμε, κατά το δυνατόν, τα προβλήματα που αντιμετωπίζουν οι ομογενείς στις χώρες που ζουν ο καθένας.
Με τις τοποθετήσεις αυτές και με την ελπίδα ότι θα έχουν μια καλύτερη αντιμετώπιση το επόμενο διάστημα οι αδελφοί μας ομογενείς, η διασπορά, οι απόδημοι, όπως θέλει κανείς τους ονομάζει, θέτω τον εαυτό μου και νομίζω και όλους τους συναδέλφους εδώ στη διάθεσή σας κύριε Υπουργέ και κύριε Πρόεδρε. Nα τελειώσουμε με αυτό το θέμα επιτέλους, γιατί το συζητούσαμε και σε προηγούμενες επιτροπές και στις πιο προηγούμενες, να μην το συζητήσουμε και στην επόμενη. Να βρούμε μια λύση. Σας ευχαριστώ πολύ.