23 Οκτωβρίου 2021
Σε λίγες μέρες η Ελλάδα θα γιορτάσει μια διπλή επέτειο: την απελευθέρωση της Θεσσαλονίκης από τους Οθωμανούς Τούρκους το 1912 και το «ΟΧΙ» του Μεταξά και του ελληνικού λαού στο φασισμό και το ναζισμό το 1940. Είναι δύο γεγονότα που έχουν παρουσιαστεί στις ιστορικές λεπτομέρειές τους εκτενώς, ωστόσο η ανάλυσή τους πολλές φορές χρησιμοποιείται διχαστικά από συγκεκριμένες πλευρές.
Αν έχουμε ένα χρέος απέναντι στην ιστορία μας, είναι να λαμβάνουμε τα μηνύματα που μας δίνει πραγματικά η ίδια. Να διαβάζουμε τα γεγονότα στην εποχή τους, όχι με την ασφάλεια και την ιδιοτέλεια του σήμερα. Αν μπούμε στην ατμόσφαιρα της εποχής του 1912, μπορούμε να διακρίνουμε το καθολικό πατριωτικό συναίσθημα, τον ενθουσιασμό που επικρατούσε στο σύνολο των Ελλήνων, τόσο των έως τότε σκλαβωμένων όσο και εκείνων στην ελεύθερη Ελλάδα. Ο θάνατος του Παύλου Μελά, ενός μέλους της υψηλής Αθηναϊκής κοινωνίας που επέλεξε να θυσιάσει τη βολή του και τελικά τη ζωή του για τα ιδανικά της πατρίδας και της ελευθερίας και προκάλεσε πανελλήνιο θρήνο, κατέδειξε του λόγου το αληθές. Το ίδιο συνέβη και με την είσοδο του Ελληνικού στρατού στη Θεσσαλονίκη, στο άκουσμα της οποίας ξεσηκώθηκαν αναστάσιμοι πανηγυρισμοί απ’ άκρου σ’ άκρη της πατρίδας, όπως αποτυπώνεται στις εφημερίδες της εποχής. Ο πόθος ήταν κοινός, η χαρά όλων.
Ανάλογα συναισθήματα διακατείχαν τον ελληνικό λαό της 28η Οκτωβρίου 1940, όταν έγινε γνωστό το γεγονός της Ιταλικής επίθεσης στα βορειοδυτικά σύνορα, στην Πίνδο. Παρά τις ιδιαιτερότητες του μεταξικού καθεστώτος, όλοι συντάχθηκαν πίσω από το «ΟΧΙ» του Ιωάννη Μεταξά απέναντι στην επίθεση του Ιταλικού φασισμού. Άφησαν στην άκρη τις πολιτικές διαφορές και έβαλαν πάνω από όλα την Πατρίδα. Και ήρθε η νίκη, η ανέλπιστη βάσει της λογικής νίκη. Χάρη στην ενότητα και τη συστράτευση όλων. Την σωστή προετοιμασία και στρατηγική.
Είναι σημαντικό να στεκόμαστε απέναντι στην ιστορία με τρόπο που λειτουργεί ενωτικά για τους πολίτες. Δυστυχώς περάσαμε 2-3 δεκαετίες κατά τις οποίες επιχειρήθηκε με πολιτικά κίνητρα η νόθευση των ιστορικών γεγονότων. Η απαξίωση των ηρωικών προτύπων, η αλλοίωση της συλλογικής ιστορικής μνήμης. Χαρακτηριστικά παραδείγματα τα περίφημα βιβλία της ΣΤ Δημοτικού με το «συνωστισμό» στη Σμύρνη, η απόπειρα αποινικοποίησης της άρνησης της γενοκτονίας του Ποντιακού Ελληνισμού, ο υπερτονισμός των ανθρώπινων αδυναμιών των πρωταγωνιστών όλων των εθνικών μας αγώνων: του 1821, του Μακεδονικού Αγώνα, του 1940. Αντίθετα, αποσιωπήθηκαν ως παρωχημένες αναφορές και εκτιμήσεις των ξένων για την αξία των Ελληνικών Εθνικών αγώνων, όπως η παγκόσμια διάσταση της Ελληνικής επανάστασης του 1821 ή η προσφορά της μικρής Ελλάδας στη νίκη των συμμάχων στον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο. Οι λεγόμενοι αναθεωρητές της ιστορίας ασέλγησαν στο σώμα της ιστορίας ωστόσο σήμερα μπορούμε να πούμε ότι απέτυχαν παταγωδώς να αποδυναμώσουν το πατριωτικό αίσθημα των Ελλήνων.
Αυτές οι σκέψεις μπορούν να λειτουργήσουν ως κινητήρια δύναμη στις μέρες μας, που η Ελλάδα απειλείται ξανά ευθέως από τη γείτονα και που, σε κάθε περίπτωση, βρισκόμαστε στο μέσον μιας ιστορικής γεωπολιτικής ρευστότητας στην νοτιοανατολική Μεσόγειο. Ευτυχώς είναι η πρώτη φορά στις τελευταίες δεκαετίες που Ελληνική κυβέρνηση σπάει τη διπλωματική μαλθακότητα έναντι της Άγκυρας, όχι μόνο με λόγια αλλά και με έργα. Η αποτροπή της «εισβολής» στον Έβρο το 2019-2020, ο εξευτελισμός του Ορούτς Ρέις το καλοκαίρι του 2020, οι συμφωνίες με τη Λιβύη, με τη Γαλλία, με τις ΗΠΑ και πριν λίγες μέρες με Κύπρο και Αίγυπτο αλλά και η στάση της ΕΕ (έστω και χλιαρή) αποδεικνύουν ότι η Ελληνική κυβέρνηση πλέον ούτε παίζει, ούτε περιμένει, ούτε υποχωρεί στα πεδία των Εθνικών δικαίων. Προετοιμάζεται συστηματικά και μεθοδικά για να διασφαλίσει την άμυνα της Πατρίδας μας. Σ’ αυτή την προσπάθεια πρέπει να είμαστε όλοι μαζί. Όπως τότε. Γιατί το εθνικό συμφέρον δεν μπορεί παρά να είναι κοινό για όλους.
«Όταν αποφασίσαμε να κάμωμε την Επανάσταση, δεν εσυλλογισθήκαμε ούτε πόσοι είμεθα ούτε πως δεν έχομε άρματα (…) αλλά ως μία βροχή έπεσε εις όλους μας η επιθυμία της ελευθερίας μας, και όλοι, και ο κλήρος μας και οι προεστοί και οι καπεταναίοι και οι πεπαιδευμένοι και οι έμποροι, μικροί και μεγάλοι, όλοι εσυμφωνήσαμε εις αυτό το σκοπό και εκάμαμε την Επανάσταση». Κλείνω με αυτόν τον λόγο του Θεόδωρου Κολοκοτρώνη, γιατί αυτός ο λόγος του Κολοκοτρώνη που βάζει μπροστά τα ιδανικά, τις πανανθρώπινες αρχές και αξίες της ελευθερίας, της ομόνοιας και της συνεργασίας, δεν τελείωσε με το τέλος της επανάστασης του 1821, αλλά έγινε οδηγός για τους Έλληνες σε όλους τους εθνικούς αγώνες: και το 1912 και το 1940. Έγινε οδηγός και οδηγός πρέπει να παραμένει πάντα. Χρόνια πολλά Θεσσαλονίκη, χρόνια πολλά Ελλάδα!