22 Φεβρουαρίου 2021
Οι ταχύτατες μεταβολές και ανακατατάξεις που διαμορφώνονται στη διεθνή σκηνή, άλλαξαν τον τρόπο άσκησης της εξωτερικής πολιτικής και της διπλωματίας.
Η εξυπηρέτηση πολιτικών και οικονομικών συμφερόντων, η αναβάθμιση της διεθνούς θέσης της Χώρας μας, η προβολή του Ελληνικού πνεύματος και του πολιτισμού, η εξυπηρέτηση και η διατήρηση και σύσφιξη των δεσμών της ομογένειας με την Ελλάδα και γενικά η εξυπηρέτηση των εθνικών συμφερόντων, επιβάλλουν την άσκηση αποτελεσματικής εξωτερικής πολιτικής.
Δεν υπάρχει αμφιβολία πως για να αντιμετωπισθούν οι προκλήσεις του 21ου αιώνα, χρειάζεται εκσυγχρονισμός, προσαρμογές και ευελιξία του οργανωτικού σχήματος που ασκεί η εξωτερική πολιτική.
Αυτούς τους στόχους έρχεται να εξυπηρετήσει το Ν/Σ που συζητάμε σήμερα , που μέσα από τις μεταρρυθμίσεις, τις αναδιαρθρώσεις, τις καινοτομίες, τις απλοποιήσεις που εισάγει , επιδιώκει τη δημιουργία ενός σύγχρονου , ευέλικτου και αποτελεσματικού σχήματος.
Διευρύνει την αποστολή και το πεδίο δραστηριοποίησης , συνενώνοντας διάσπαρτες υπηρεσίες, φορείς και αρμοδιότητες υπό ενιαία πολιτική διοίκηση και επιδιώκοντας την ενίσχυση της θέσης της Χώρας μας στο εξωτερικό.
Δεν υπάρχει καμία αμφιβολία ότι η άσκηση της εξωτερικής πολιτικής χρειαζόταν αναθεώρηση ως προς τις δομές που την παράγουν, την διαμορφώνουν, την υλοποιούν και την υποστηρίζουν.
Όλα αυτά όμως υλοποιούνται από ανθρώπους και αιχμή αυτών των ανθρώπων είναι διπλωμάτες. Το επίκεντρο της υλοποίησης των στόχων της εξωτερικής πολιτικής είναι μία καλή διπλωματική υπηρεσία κάτι που επιδιώκεται με την σημερινή πρωτοβουλία.
Θεωρώ λοιπόν πολύ σημαντική τη θεσμοθέτηση της διαρκούς κατάρτισης του διπλωματικού προσωπικού και την συνολική παρέμβαση μέσα από την αναδιάρθρωση της Διπλωματικής Ακαδημίας.
Για τα οικονομικά του Υπουργείου στα οποία αναφέρθηκαν σχεδόν όλοι, και ο ίδιος ο Υπουργός δεν υπάρχει αμφιβολία ότι πρέπει να αυξηθεί ο προϋπολογισμός.
Η θεσμοθέτηση του Κέντρου Σχεδιασμού Εξωτερικής Πολιτικής (ΚΕ.Σ.ΕΠ.) άρθρο 37 και η δυνατότητα συνεργασίας του με Ακαδημαϊκά ιδρύματα, δεξαμενές σκέψεις , επιχειρηματικές ενώσεις στην Ελλάδα και στο εξωτερικό και τη συνεργασία με ερευνητικά ιδρύματα στην Ελλάδα και το Εξωτερικό, είναι εξαιρετικής σημασίας και συγκαταλέγεται στις καινοτομίες του νέου Οργανισμού. Αξιοποιείται η σκέψη, η γνώση και η εμπειρία, σχετικών με το θέμα ατόμων.
Δεν ξέρω και δεν αναφέρεται πως θα επιλέγονται οι συνεργασίες αυτές με τα διάφορα ιδρύματα και δεξαμενές σκέψεις.
Γι αυτό προτείνω το εξής: Στη Θεσσαλονίκη λειτουργεί εδώ και πολλά χρόνια το ίδρυμα Μελετών Χερσονήσου του Αίμου. Έχει άριστες υποδομές , δικό του εξαιρετικό κτήριο και δικό του προσωπικό.
Έχει βαθειά γνώση των Βαλκανικών θεμάτων και θα μπορούσε να είναι ένας πολύ καλός σύμβουλος για την πολιτική στις Βαλκανικές Χώρες. Επίσης υπάρχει στην Καβάλα το ερευνητικό κέντρο ΜΟΧΑ που ασχολείται με την εξωτερική μας πολιτική, την εξωστρέφεια και την επιχειρηματικότητα στις Αραβικές Χώρες.
Η εξωτερική και η αμυντική πολιτική έχουν σχέση με την ασφάλεια της Χώρας γι αυτό και η σύσταση γραφείου Αμυντικής Διπλωματίας με το άρθρο 70 , θεωρώ ότι είναι μία εύστοχη παρέμβαση προς την κατεύθυνση της σωστής άσκησης πολιτικής και εδώ έχω να προτείνω την αναβάθμιση των σπουδών της ΑΔΙΣΠΟ (Ανώτατη Διακλαδική Σχολή Πολέμου) για να λειτουργήσει και ως παραγωγός στρατιωτικής διπλωματίας και αμυντικής πολιτικής.
Επίσης επειδή στο Ν/Σ προβλέπεται και η αναδιοργάνωση της Διπλωματικής Ακαδημίας, θα μπορούσε η έδρα της Ακαδημίας να μεταφερθεί στη Θεσσαλονίκη, για πολλούς λόγους. Πρώτον γιατί η Αθήνα πρέπει να αποσυμφορηθεί. Δεύτερον η Θεσσαλονίκη πρέπει να ενισχυθεί με θεσμούς. Τρίτον γιατί οι λόγοι που κρατούσαν συγκεντρωμένες όλες τις υπηρεσίες και τους θεσμούς στην Αθήνα δεν υπάρχουν. Δηλαδή η επαφή και η επικοινωνία. Ο λόγος αυτός εξέλιπε και η πανδημία μας έδωσε την ευκαιρία να διαμορφώσουμε ψηφιακές δομές που μας παρέχουν δυνατότητα επαφής και διδασκαλίας από απόσταση. Κάτι που είναι δοκιμασμένο και πετυχημένο. Δεν χρειάζεται λοιπόν να είναι στην Αθήνα.
Τώρα έρχομαι στα θέματα τους Απόδημου Ελληνισμού, της Γενικής Γραμματείας και του ΣΑΕ. Είναι γεγονός ότι μέχρι σήμερα κάθε προσπάθεια οργάνωσης της ομογένειας από τη Χώρα μας δεν είχε τα προσδοκώμενα ή τα επιδιωκόμενα αποτελέσματα. Οι Έλληνες που βρίσκονται παντού σε όλο τον πλανήτη, μπορεί να αποτελέσουν τη ζωντανή διπλωματία και να προωθήσουν τη Χώρα στον πολιτιστικό τομέα, στην εκπαίδευση, στον τουρισμό, στην επιχειρηματικότητα και φυσικά και στην εξωτερική πολιτική. Διαθέτουν εργαλεία και μέσα με τα οποία θα μπορούσαν να στηρίξουν τα συμφέροντά μας. Έδρες Ελληνικών σπουδών σε πανεπιστήμια σε όλο τον κόσμο, κοινότητες, συλλόγους, ομοσπονδίες και συνομοσπονδίες, ορθόδοξες κοινότητες, θρησκευτικά και πολιτιστικά δίκτυα, ΜΜΕ, δημοσιογράφους, site, σημαντικές προσωπικότητες της επιστήμης, του πολιτισμού , της οικονομίας, του αθλητισμού, γερουσιαστές, βουλευτές, κυβερνήτες, δημάρχους, στελέχη κρατικών θέσεων.
Η ομογένεια αποτελεί πολύτιμο σύμμαχο και υποστηρικτή των εθνικών μας συμφερόντων και μπορεί να εξελιχθεί σε βραχίονα της εξωτερικής μας πολιτικής. Όμως απαιτείται βούληση και στρατηγική για να δημιουργηθεί ένα παγκόσμιο δίκτυο εκπροσώπησης των Ελλήνων του Εξωτερικού, το οποίο σταδιακά μπορεί να μετατραπεί σε ένα παγκόσμια δίκτυο πρωτοβουλιών και δραστηριοτήτων για την προώθηση των συμφερόντων της Ελλάδας.
Σήμερα, ίσως μετά το 1974, η στήριξη της ομογένειας είναι όσο ποτέ άλλοτε απαραίτητη. Προς αυτή την κατεύθυνση κινείται η κυβέρνηση. Η καθιέρωση της ψήφου των αποδήμων είναι ένα βήμα προς αυτή την κατεύθυνση , είναι το πρώτο βήμα.
Η δημιουργία ισχυρής Γενικής Γραμματείας που θα περιλαμβάνει όλες τις δράσεις και τις λειτουργίες που εξυπηρετούν τις ανάγκες των Ελλήνων σε Προξενικά , Θρησκευτικά , Μορφωτικά, Πολιτιστικά, Επικοινωνιακά θέματα, είναι το δεύτερο βήμα. Υπάρχει αντίδραση από διάφορους κύκλους της ομογένειας για τη νέα δομή , αλλά πιστεύω πως σύντομα θα αντιληφθούν πως με το νέο ενοποιημένο σχήμα θα αντιμετωπίζονται καλύτερα και αποτελεσματικότερα προβλήματα και θέματα που εξυπηρετούν τις ανάγκες της ομογένεια και θα αναβαθμίσει ουσιαστικά τον ρόλο και τη σημασία του Απόδημου Ελληνισμού για τη Χώρα μας.
Τέλος έρχομαι στο πονεμένο θέμα του ΣΑΕ, της Παγκόσμιας δηλαδή εκπροσώπησης των Ελλήνων του Εξωτερικού, που εκκρεμεί εδώ και μία δεκαετία περίπου. Και σε αυτό το θέμα η κυβέρνηση και ο αρμόδιος υπουργός ανέλαβαν πρωτοβουλίες για να λυθεί επιτέλους.Υπάρχει πολιτική βούληση να λυθεί. Διαφωνούν πολλοί από τους κύκλους της ομογένειας, έχω και εγώ τους προβληματισμούς μου και τους καταθέτω. Κανείς όμως δεν μπορεί να μην αναγνωρίσει την πρόθεση της κυβέρνησης να δημιουργήσει ένα παγκόσμιο δίκτυο έκφρασης και εκπροσώπησης των Απόδημων Ελλήνων.
Το ΣΑΕ όπως γνωρίζουμε εκπροσωπούσε περίπου το 6% των Αποδήμων και απέτυχε. Άρα η διατήρηση της ίδιας ονομασίας παραπέμπει σε αποτυχία. Όμως ο περιορισμός του ρόλου του σε καθαρά συμβουλευτικό, πιστεύω ότι θα περιορίσει τη συμμετοχή. Θα πρέπει ο ρόλος του να είναι και διεκδικητικός για θέματα απόδημου ελληνισμού. Το ΣΑΕ θα είναι αυτοχρηματοδοτούμενο αλλά θα πρέπει να ορισθεί μία μεταβατική περίοδος, ενός-δύο χρόνων όπου η Ελληνική Πολιτεία να αναλάβει τα βασικά έξοδα λειτουργίας , ώσπου να αρχίσει να λειτουργεί. Ποιος θα αναλάβει την πρωτοβουλία να ξεκινήσει τις διαδικασίες.
Στο άρθρο 453, παράγραφο 2 αναφέρει ότι: οι εκπρόσωποι του απόδημου και ομογενειακού Ελληνισμού ανά περιφέρεια εκλέγονται μέσω διαδικασιών αυτοοργάνωσης. Ποιες είναι οι διαδικασίες ,ποιος τις κινεί και ποιος τις εποπτεύει; Υπάρχουν πολλά θέματα που θέλουν απαντήσεις. Προφανώς θα εξειδικευθούν στον κανονισμό λειτουργίας. Η πρόθεση και η επιδίωξη της κυβέρνησης είναι η αναβάθμιση των σχέσεων και του ρόλου των αποδήμων. Αυτό πρέπει να βλέπουμε.