22 Νοεμβρίου 2019
ΣΑΒΒΑΣ ΑΝΑΣΤΑΣΙΑΔΗΣ: Ευχαριστώ, κύριε Πρόεδρε.
Κυρίες και κύριοι συνάδελφοι, η Αναθεώρηση του Συντάγματος είναι μία σπάνια και κορυφαία διαδικασία, όπου αποκλειστικά ανήκει στην αρμοδιότητα της Βουλής και πρέπει ο καθένας και η καθεμία από εμάς να σκεφτεί το ιδιαίτερο βάρος που θα έχει η ψήφος του, διότι η Αναθεώρηση του Συντάγματος δεν είναι μία απλή τροποποίηση ενός κοινού νόμου. Είναι η μεταβολή του καταστατικού χάρτη της χώρας, που ρυθμίζει τη λειτουργία του πολιτεύματος, που εγγυάται τη λειτουργία του δημοκρατικού συστήματος διακυβέρνησης της χώρας και, βεβαίως, ρυθμίζει και τη σχέση δημοκρατίας και κράτους δικαίου.
Το Σύνταγμα του 1975, πρωτοπόρο για την εποχή του, δημοκρατικό και φιλελεύθερο, είναι το μακροβιότερο Σύνταγμα από συστάσεως του ελληνικού κράτους. Επί σαράντα πέντε χρόνια αποτέλεσε -και αποτελεί- με όλες τις αναθεωρήσεις του, το θεμέλιο της πιο ποιοτικής και τις πιο σταθερής κοινοβουλευτικής Δημοκρατίας που έζησε ποτέ ο τόπος μας. Γιατί; Διότι είναι ένα Σύνταγμα αυστηρό και παράλληλα ανοιχτό. Είναι αυστηρό, γιατί μπορεί να αυτοπροστατεύεται απέναντι σε προσπάθειες καταστρατήγησής του -άρθρο 110- και να προστατεύει, βέβαια, και τον σκληρό πυρήνα του εθνικού και πολιτικού μας αξιακού συστήματος. Και είναι ανοιχτό, γιατί μπορεί να προσαρμόζεται στις σύγχρονες τάσεις, χωρίς να προκαλέσει αλλοίωση του συνταγματικού πλαισίου της χώρας μας.
Έτσι, δεν δόθηκε η δυνατότητα να ανοίξουμε και να εκσυγχρονίσουμε σημαντικά κεφάλαια του Συντάγματος, κρίσιμα για τη λειτουργία του πολιτεύματός μας.
Το άρθρο 16 είναι ενδεικτικό. Η Ελλάδα θα μπορούσε να εξελιχθεί σε ένα διεθνές εκπαιδευτικό κέντρο, να προσελκύσει κεφάλαια, αλλά και να δημιουργήσει νέες θέσεις εργασίας, επιστημονικές θέσεις εργασίας, και να συγκρατήσει έτσι πολλούς από τους νέους της χώρας μας, τους επιστήμονες που εγκαταλείπουν τη χώρα προς εξεύρεση εργασίας. Η άρνηση τότε της προτείνουσας Βουλής καταδικάζει τη χώρα να μείνει για πολλά χρόνια στην οπισθοφυλακή της Ευρώπης.
Το ίδιο ισχύει και με το άρθρο 24 για το περιβάλλον, αφενός μεν για τον ορισμό του δάσους, που είναι κρίσιμος για τις χρήσεις γης και αφετέρου, για την κλιματική αλλαγή. Και αυτό θα το ξαναγγίξουμε με καθυστέρηση περίπου δέκα χρόνων.
Εκτιμώ ότι κανείς σοβαρός προβληματισμός δεν απασχόλησε την προτείνουσα πλειοψηφία τότε. Οι προτάσεις της ήταν πρόχειρες, αποσπασματικές, ασύνδετες μεταξύ τους και άσχετες με τις προκλήσεις που αντιμετωπίζει η χώρα μας.
Είναι χαρακτηριστικές οι προτάσεις για θρησκευτική ουδετερότητα, για τον πολιτικό όρκο, για τα δημοψηφίσματα και την εκλογή του Προέδρου της Δημοκρατίας από το λαό, από τη βάση, που αν τελικά επικρατούσε, θα αλλοίωνε τη μορφή του πολιτεύματός μας.
Παρ’ όλα αυτά, πρέπει να δεχθούμε, κυρίες και κύριοι συνάδελφοι, ότι η Επιτροπή Αναθεώρησης του Συντάγματος λειτούργησε υποδειγματικά και μέσα σε ένα κλίμα, θα έλεγα, συναίνεσης, συνεννόησης, διαλόγου, συνεργασίας, πέτυχε αρκετά σημαντικά αποτελέσματα.
Η θεσμοθέτηση του ελάχιστου εγγυημένου εισοδήματος για τη στήριξη της ελληνικής οικογένειας, η αναβάθμιση του Ελληνικού Κοινοβουλίου για τη δυνατότητα που δίνει στη μειοψηφία να συστήσει εξεταστική επιτροπή, η αυστηροποίηση της ασυλίας και των Βουλευτών και των Υπουργών και ο διαχωρισμός της εκλογής του Προέδρου της Δημοκρατίας από τις εκλογές είναι χαρακτηριστικές περιπτώσεις για τα αποτελέσματα που έχουν επιτευχθεί.
Τέλος, θεσμοθετείται η διευκόλυνση των Ελλήνων του εξωτερικού να ασκήσουν το εκλογικό τους δικαίωμα από τον τόπο κατοικίας τους. Αυτό κρίθηκε απαραίτητο, ώστε να μην αντιμετωπίζει ζητήματα αντισυνταγματικότητας ο νόμος που προβλέπεται να έρθει τις επόμενες μέρες στη Βουλή.
Η ανάγκη προέκυψε από τις προϋποθέσεις που έθεσαν ορισμένα κόμματα της αντιπολίτευσης, όσον αφορά τη φυσική παρουσία, δηλαδή τον αποκλεισμό της επιστολικής ψήφου και τα δύο χρόνια παραμονής στην Ελλάδα μέσα στα τελευταία τριάντα πέντε χρόνια.
Βεβαίως, η δική μας πρόταση, η πρόταση της Νέας Δημοκρατίας, είναι και παραμένει γνωστή. Οι Έλληνες του εξωτερικού να ψηφίζουν στον τόπο τους, όπως θα είχαν τη δυνατότητα να ψηφίζουν αν ταξίδευαν στην Ελλάδα, στην εκλογική τους περιφέρεια, ελεύθερα και καθολικά.
Προκειμένου, όμως, αυτή η ευκαιρία να μην χαθεί, διότι είναι ένα θέμα που απασχολεί πάρα πολλά χρόνια και το πολιτικό σκηνικό, αλλά και τους ομογενείς συμπατριώτες μας, η Νέα Δημοκρατία υποχώρησε από τις αρχικές της θέσεις και έκανε συμβιβασμούς. Γι’ αυτό και θα έρθει ο νόμος, όπως αναφέρθηκε. Αυτό θα δυσαρεστήσει αρκετούς συμπατριώτες μας που ζουν στο εξωτερικό, αλλά ήταν η έσχατη λύση.
Τέλος, κλείνοντας θα ήθελα να εκφράσω τα συγχαρητήρια μου στον Πρόεδρο της Επιτροπής, τον Ευριπίδη Στυλιανίδη, καθώς και σε όλα τα μέλη της Επιτροπής, γιατί μέσα σε ένα κλίμα συνεργασίας, συνεννόησης, σύνθεσης και δημοκρατικού διαλόγου, πέτυχαν -πιστεύω- πολύ περισσότερα από όσα αρχικά προσδοκούσαμε. Σας ευχαριστώ πολύ.